Ο λέξεις είναι το καλύτερο φάρμακο: Επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή

της Έφης Σίμου

Τα τελευταία χρόνια, τόσο στην επιστημονική κοινότητα, όσο και σε συλλόγους ασθενών αναδύεται η ρητορική ότι μέρος της ιατρικής κοινότητας έχει απωλέσει την ικανότητα να βλέπει τους ασθενείς στα μάτια, να αφουγκράζεται τα προβλήματα, τους φόβους και τις ανησυχίες τους. Η επικοινωνία γενικότερα και η συνομιλία ειδικότερα έχει τη δυνατότητα να είναι επιβλαβής ή θεραπευτική, αληθινή ή υποκριτική, αποτυχημένη ή επιτυχημένη ως προς την επίτευξη των επικοινωνιακών στόχων.

Επιτυχημένη διαχείριση των συμπτωμάτων μιας ασθένειας προϋποθέτει αποτελεσματική διαπροσωπική επικοινωνία μεταξύ του ασθενούς και των επαγγελματιών υγείας. Επιτυχία σημαίνει ότι ο ασθενής, ο γιατρός και άλλοι επαγγελματίες υγείας έχουν αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης και αμοιβαίας κατανόησης, οι οποίες επιτρέπουν στον ασθενή να είναι πλήρως ενημερωμένος και εκπαιδευμένος αναφορικά με τη φύση και την έκβαση της κατάστασης του, αλλά και για τις διαφορετικές εναλλακτικές που είναι διαθέσιμες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος του. Επιτυχία σημαίνει ότι επιτρέπεται στον ασθενή να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και προσεγγίσεων, οι  οποίες θα τον επαναφέρουν στην κατάσταση της πλήρους υγείας ή αποτελεσματικής διαχείρισης των συμπτωμάτων του.

Η αποτελεσματική επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή είναι το κλειδί για την ποιοτική φροντίδα. Η καλή επικοινωνία είναι τόσο μια ηθική επιταγή, απαραίτητη για την ενημερωμένη συγκατάθεση και αποτελεσματική συμμετοχή των ασθενών, όσο  και ένα μέσο για την αποφυγή λαθών στη διάγνωση, στη διαχείριση των συμπτωμάτων και στη  βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Επιπλέον, η επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή, είναι ηθικά και κοινωνικά σημαντική και μπορεί να οδηγήσει στην άμβλυνση των ανισοτήτων στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.

Η ανάπτυξη δεξιοτήτων επικοινωνίας επιτρέπει στους επαγγελματίες υγείας την οικοδόμηση σχέσεων σεβασμού, καθώς και τη βελτίωση της έκβασης μιας θεραπείας, αλλά και την αύξηση του γοήτρου και της επαγγελματικής ικανοποίησης των επαγγελματιών υγείας που εμπλέκονται στη διαχείριση και τη θεραπευτική φροντίδα της νόσου. Η απώλεια του επαγγελματικού γοήτρου, πολλές φορές, δεν αποτελεί υπαιτιότητα των επαγγελματιών υγείας, αλλά υποπροϊόν ενός τοξικού ιατρικού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο καλούνται να δράσουν  και της εκτεταμένης καθεστηκυίας νοοτροπίας, η οποία εστιάζει στην προσήλωση στην ποσότητα και όχι στην ποιότητα.

Παρότι οι συνθήκες και τα μέσα στην υγειονομική περίθαλψη αλλάζουν,με ταχείς ρυθμούς, η ιατρική εκπαίδευση παραμένει απελπιστικά  παραδοσιακή ως προς τις διεπιστημονικές προσεγγίσεις και επικεντρώνεται, εν πολλοίς, στη σόλο διδασκαλία της μονόπλευρης ιατρικής προσέγγισης εκπαιδεύοντας τους γιατρούς σε ενδελεχείς λεπτομέρειες αναφορικά με τη διάγνωση και τη θεραπευτική ή χειρουργική παρέμβαση.  Όμως ακόμα και ο διασημότερος γιατρός του πλανήτη, ο DrHouse, παρότι είναι ικανός να διαγνώσει με ακρίβεια και μαεστρία και την πιο σπάνια ασθένεια, παρουσιάζεται σε επικίνδυνο βαθμό προβληματικός ή και ανίκανος να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με τους συναδέλφους του, το νοσηλευτικό προσωπικό, τους ασθενείς τους, δηλαδή με όλους, γεγονός που προκαλεί τις απελπισμένες παρεμβάσεις της διοικητικής διευθύντριας της κλινικής, η οποία προσπαθεί, συνήθως αποτυχημένα, να βελτιώσει τις διαπροσωπικές σχέσεις των εργαζομένων στην εν’ λόγω κλινική και να σώσει ασθενείς που βρίσκονται σε κίνδυνο.

Σας θυμίζει κάτι οικείο η παραπάνω περιγραφή, κάτι που το έχετε ήδη ζήσει;  Όχι δεν είναι dejavu. Λένε όμως, ότι ακόμα και το  καλύτερο σενάριο ξεπερνάει σε φαντασία την κανονική ζωή. Τα παραπάνω, αποτελούν διαπιστώσεις που παρότι εμπίπτουν στη σφαίρα της μυθοπλασίας, ας μη γελιόμαστε μπορούν εύκολα να αναζητηθούν και να έχουν εφαρμογή και ανάμεσα στα μεγαλύτερα μυαλά της ιατρικής κοινότητας.  Όμως υπάρχουν και καλά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι στη διεθνή επιστημονική κοινότητα βλέπουμε νέα μοντέλα στην ιατρική εκπαίδευση, τα οποία είναι περισσότερο ευέλικτα στη διεπιστημονική προσέγγιση και στην ενσωμάτωση θεωριών επικοινωνίας, ακόμα και μορφών τέχνης στη θεραπεία και στην αποκατάσταση των ασθενειών.

Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να το παραδεχτούμε. Οι γιατροί θα πρέπει να ακούνε περισσότερο, να διακόπτουν λιγότερο, να καθοδηγούν τη συζήτηση και κυρίως να εξηγούν περισσότερα στους ασθενείς τους. Θα πρέπει επίσης να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις στους ασθενείς, να τους παροτρύνουν να περιγράψουν, όσο το δυνατόν καλύτερα, τα συμπτώματα της ασθένειας και να δίνουν τις πληρέστερες απαντήσεις που θα καθησυχάσουν την αγωνία και την αβεβαιότητα της ασθένειας. θα πρέπει επίσης να ελέγχουν, αν όλα όσα είπαν έγιναν αντιληπτά από τους ασθενείς και ο καλύτερος τρόπος να το κάνουν αυτό είναι να ζητήσουν από τους ασθενείς να  περιγράψουν μόνοι τους με δικά τους λόγια  τι έχουν καταλάβει.

Παρόλα αυτά δεν ζούμε σε ένα ιδεατό κόσμο. Ζούμε σε ένα σύστημα υγείας, στο οποίο τα νοσοκομεία έχουν εξαϋλωθεί από ανθρώπινους και υλικούς πόρους και σε ένα σύστημα υγείας, στο οποίο ο γιατρός έχει να παλέψει με πολλαπλές ανεπάρκειες και επιπλέον με  το “τέρας” της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, που εισέβαλε στη ζωή του ξαφνικά, απρόβλεπτα και χωρίς χρόνο φιλικής προσαρμογής και που απαιτεί να βλέπει περισσότερη ώρα την οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή για να καταγράψει πληροφορίες και συνταγές, παρά το πρόσωπο του ασθενή του.  Ζούμε σε ένα κόσμο που ο γιατρός θα πρέπει να παλέψει με το χρόνο ενάντια στην ποιότητα,  που αντί να καθησυχάσει τον ασθενή για την υπέρταση, μάχεται  να βρει το  φάρμακο που δεν εμπίπτει σε παρατυπίες θεραπευτικών πρωτοκόλλων ή  υπερ -συνταγογράφησης, παρατυπίες που μπορεί να τον οδηγήσουν σε πρόστιμο ή στη μαύρη λίστα με τους γιατρούς που θα διαπομπευτούν ως διεφθαρμένοι του συστήματος.

Βρισκόμαστε μπροστά σε μια παθογένεια, αλλά αν πρέπει να πάρουμε μια απόφαση αυτή θα πρέπει να είναι πάντα υπέρ του ασθενούς.  Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναζητήσουμε τις τεχνικές που θα κάνουν τη διαπροσωπική επικοινωνία με τον ασθενή καλύτερη, θα αυξήσουν την ικανοποίηση των ασθενών, τη συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες θεραπείες και θα μειώσουν τον κίνδυνο ιατρικών σφαλμάτων.

Ας σκεφτούμε πόσο ανίσχυρος μπορεί να αισθάνεται ένας ασθενής μπροστά στην απειλή της ασθένειας. Ένας γιατρός που δεν είναι φιλικός με τον ασθενή, αλλά οχυρώνεται πίσω από το τοίχος της επιστημονικής του αυθεντίας μπορεί να κάνει τον ασθενή να κλείσει το στόμα του. Όταν ο ασθενής παραμένει σιωπηλός είναι αδύνατο να γνωρίζουμε τι έχει στο μυαλό του. Το να γνωρίζουμε τι έχει ο ασθενής στο μυαλό του είναι ζωτικής σημασίας για την ακριβή διάγνωση της νόσου, καθώς και για τη συμμόρφωση στη θεραπεία και καθώς βρισκόμαστε πλέον στην εποχή της εξατομικευμένης ιατρικής θα πρέπει να διδάξουμε τους ασθενείς να εκφράζουν τις απορίες τους και να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις.

Πηγή: Healthview.gr: 23 Μαρτίου, 2015

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Επικοινωνία

Μπορείτε να μας στείλετε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και θα σας απαντήσουμε το συντομότερο δυνατόν.